Οι φραουλιές πυκνώνουν στα παρτέρια. Απ’ τις σκιές στους τοίχους και το χώμα αναγνωρίζω σχήματα μυστικά. Όλα μιλούν μια δική τους γλώσσα. Ακόμα και τα ξερά φύλλα στη ρίζα της ροδιάς.
Το κροτάλισμα των φτερών μιας ενήλικης ακρίδας από κλαδί σε κλαδί. Ο άνεμος του μεσημεριού νοτιοδυτικός και ενοχλητικός. Μένω ακίνητος να αφουγκραστώ τους ήχους μιας ακόμα Δευτέρας. Η ζωή, σκέφτομαι, μοιάζει πολύ με το σπασμωδικό πέταγμα της ακρίδας.
Η άνοιξη στην ύπαιθρο, απόσταγμα μελαγχολίας. Κολλάει στα μάτια και τα δάχτυλα. Ακόμα και το ταπεινότερο στοιχείο γύρω μου φέρει εντός του την βεβαιότητα μιας κρυφής υπεροψίας.
Οι σαύρες ξύπνησαν, βαδίζουν βιαστικά στο τσιμέντο της αυλής. Καταβροχθίζουν ανυποψίαστα έντομα. Ψυχρόαιμα ερπετά στο φως του ήλιου.
Κι εμείς, τί κι αν λογιζόμαστε θηλαστικά; Ψυχρόαιμα παραμένουμε στις σκιές μας.