τίποτα δεν είχε μείνει
μόνο νεκρά πουλιά
και λίγα σύννεφα
φεύγουμε αναμάρτητοι —
δεν πατούν τα πέλματα
στο έδαφος
καραδοκεί το σκοτάδι
στο βάθος λιγοστό φως
δεν πατούν τα πέλματα
στο έδαφος
καραδοκεί το σκοτάδι
στο βάθος λιγοστό φως
σκαλίζω τη στάχτη
ανάμεσά σας
ολομόναχος
ανάμεσά σας
ολομόναχος
~
Κανείς να με λυπηθεί
όταν κρυώνω
ο χρόνος λιγοστεύει
τα άκρα μου
δέντρα φυλλοβόλα
δέντρα φυλλοβόλα
οι ρίζες
απλώνουν στο άγνωστο
απλώνουν στο άγνωστο
παραμελημένος από θεούς
κι ανθρώπους
κι ανθρώπους
κανείς να με λυπηθεί
ακόμα και οι αγάπες μου
ανάλγητες
δίχως οίκτο
ανάλγητες
δίχως οίκτο
όταν κρυώνω
παύουν οι χυμοί
στα σπλάχνα μου
παύουν οι χυμοί
στα σπλάχνα μου
αναζητώ θερμότερα κλίματα
μήπως ανανήψω
μήπως ανανήψω
ποιος μπόρεσε
να γεννηθεί
μες στον χειμώνα;
να γεννηθεί
μες στον χειμώνα;
[Φιλοξενήθηκαν στο ηλεκτρονικό περιοδικό poiein.gr]