Στη σχολή της ποίησης


Η σύγχρονη ποίηση δεν τραγουδά πια... έρπει. Αλλά έχει το προνόμιο της διάκρισης. Δεν κάνει παρέα με κακές λέξεις, αντίθετα τις αγνοεί. Οι λέξεις βγαίνουν με την τσιμπίδα: αντί για “έμμηνα” προτιμούμε “περίοδος” και όλες θα πρέπει να επαναλαμβάνονται με ιατρικούς όρους που δεν θα έπρεπε να βγαίνουν έξω από τα εργαστήρια ή τα ιατρικά συγγράμματα.

Ο σχολικός καθωσπρεπισμός επιβάλει να χρησιμοποιούνται ορισμένες επιτρεπόμενες λέξεις στην ποίηση και να αποκρύβονται κάποιες άλλες, που μπορεί να είναι τεχνικές, ιατρικές, λαϊκές ή διαλέκτου. Mού ‘ρχονται στο μυαλό η στάση του χειροφιλήματος και τα λεκανάκια πλυσίματος δαχτύλων.

Δεν είναι τα λεκανάκια πλυσίματος δαχτύλων που καθαρίζουν τα δάχτυλα ούτε το χειροφίλημα που δημιουργεί τρυφερότητα. Δεν είναι η λέξη που φτιάχνει την ποίηση, αλλά η ποίηση που λαμπρύνει τη λέξη.

Οι γραφιάδες που μετρούν τα δάχτυλα για να κάνουν λογαριασμό δεν είναι ποιητές, αλλά δακτυλογράφοι. Σήμερα, ο ποιητής πρέπει να ανήκει σε μια κάστα, σ’ ένα κόμμα ή σε κάποιο κοσμικό κύκλο. Ο ποιητής που δεν προσκυνά, καταλήγει στο τέλος ακρωτηριασμένος.

Η ποίηση είναι θορυβώδης και πρέπει να ακούγεται όπως η μουσική. Η ποίηση που προορίζεται μόνο για να διαβαστεί και να φυλακιστεί σε τυπογραφικό χαρτί δεν είναι ολοκληρωμένη. Η γενετήσια ορμή της προέρχεται από τις φωνητικές χορδές, όπως στο βιολί η φωνή βγαίνει από το δοξάρι.

Η συγκέντρωση σε κοπάδια είναι σημάδι των καιρών, της εποχής μας. Οι άνθρωποι που σκέφτονται σφαιρικά έχουν στρογγυλές ιδέες. Οι λογοτεχνικές εταιρείες εξακολουθούν να είναι Εταιρεία. Η σκέψη όταν κοινοποιείται γίνεται κτήμα όλων.

Ο Mozart πέθανε μόνος και άπορος, συνοδευόμενος σε κοινό τάφο από έναν σκύλο και μερικά φαντάσματα.
Ο Renoir είχε τα δάχτυλα κατεστραμμένα από ρευματισμούς.
Ο Ravel είχε έναν όγκο που του ρούφηξε μονομιάς ολόκληρη τη μουσική.
Ο Beethoven ήταν κουφός.
Έπρεπε να γίνει συλλογική δαπάνη για να θαφτεί ο Bela Bartok.
Ο Rutebeuf πεινούσε.
Ο Villon έκλεβε για να φάει.
Και κανείς δεν δίνει δεκάρα.

Η τέχνη δεν είναι εργαστήριο ανθρωπομετρίας.
Το φως ανάβει μόνο στους τάφους.
Ζούμε σε επική εποχή, αλλά δεν έχουμε τίποτα επικό να πούμε.
Η μουσική πωλείται όπως ένας αφρός ξυρίσματος.
Ακόμη και η ίδια η απελπισία πωλείται, δεν μένει παρά να  βρεθεί η σωστή φόρμουλα.
Όλα είναι έτοιμα: τα κεφάλαια, η διαφήμιση, οι πελάτες

Ποιος, λοιπόν, θα εφεύρει την απελπισία;
Με τα αεροσκάφη που κοροϊδεύουν τον ήλιο.
Με τα μαγνητόφωνα που θυμίζουν «νεκρές φωνές» και τις ψυχές μας αγκυροβολημένες στη μέση του δρόμου, όλοι μας γύρω από το χείλος του κενού, συσκευασμένοι σαν κονσέρβες κρέατος, παρακολουθώντας πως περνούν οι επαναστάσεις.

Μην ξεχνάτε ότι το εμπόδιο της Ηθικής, θα είναι πάντα η Ηθική των Αλλων.

Τα πιο όμορφα ποιήματα είναι αυτά της διεκδίκησης.
Οι στίχοι πρέπει να κάνουν έρωτα στο μυαλό των λαών.
Στο σχολείο της ποίησης δεν μαθαίνεις: ΠΟΛΕΜΑΣ


[Léo Ferré, 1916-1993 | Alla scuola della poesia]

*μτφρ: G. Velvet | πηγή: Stavento