Αποκαλόκαιρο


Τελευταία Κυριακή του καλοκαιριού. Βουτιά σε κοντινή παραλία. Πυκνό δάσος ποσειδωνίας κάτω απ’ τα πόδια. Μυρωδιά αντηλιακού και μονότονες λούπες από παρακείμενο μπιτς μπαρ. Παραδίπλα, παππούς με δυο εγγόνια μετρούν αντίστροφα μέχρι ο δίσκος του ήλιου χαθεί. Σκοτεινιάζει. Καΐκια βάζουν μπρος τις μηχανές. Ξεθάβω απ’ την άμμο ένα παιδικό δαχτυλίδι μαζί με δυο κοχύλια. Τα κρατώ στη παλάμη, τιμαλφή για το φθινόπωρο που πλησιάζει. Πάνω στη πετσέτα ένα όψιμο ροδάκινο και μια δροσερή συσκευασία μπύρας. Εκπνέει ένας ακόμη Αύγουστος. Δεν απορώ. Γρήγορα έφευγαν πάντα τα καλοκαίρια, κλείνοντας βιαστικά τ’ αφτιά μου σ’ αυτό το «καλό χειμώνα» των ανίδεων.