[όπως γυρίζει ο ήλιος κι η μέρα σβήνει νωρίς
όπως λογαριάζουμε μ’ επιθυμίες και βλέμματα
κι όπως η Ελλάδα φθινοπωριάζει
μαζί με τα πουλιά και τα δέντρα της]
Αν ακούσεις για επαναστάσεις και τέτοια
καμιά ομοιότητα με τον καιρό σου
Μεταλλασσόμαστε σ’ ό,τι επιθυμήσαμε
όχι με την ψυχή
αλλά με τον φόβο μας
Να προχωρά ο άνθρωπος
χωρίς να βλέπει εμπρός του
και να ’ναι γοητευτικό το σταυροδρόμι
η ανώνυμη ανάσα
το επιθετικό φως του Νοέμβρη
Γενικών καθηκόντων τα λόγια μας
σάρκα τυλιγμένη με ραφές και κόμπους
Απλώνουν πάνω μας
σαν σ’ επίπεδη γη
φως κι υγρασία
και μια πόλη στο βάθος
από ’κεινες τις γεμάτες μ’ ανθρώπους
που ’χει τα πάντα
και της λείπουν τα πιο σημαντικά
[Δημοσιεύθηκε στο ηλεκτρονικό περιοδικό ΦΤΕΡΑ ΧΗΝΑΣ]