Ιστορία της πτώσης μου


Εικόνα απ’ τον κόσμο του Στανισλάφσκι: πληγωμένη θάλασσα, κατηφορικοί δρόμοι που οδηγούν σε αδιέξοδο – μπορεί να φαίνεται αδιάφορο∙ δεν είναι. Η νεότητα τρώει τα σωθικά της∙ αλλιώς, η ευαισθησία να υπάρχεις μέσα σε ήχους γενικευμένους, με γαλάζιο πουκάμισο και πρόσωπο στραμμένο στον ήλιο. Φεύγει κανείς επιθετικός, ανονείρευτος και γυρνά στον θάνατο. Μήνες πριν σ’ αυτόν τον τόπο κάποιος έρωτας, μια ντροπή, ένα θρόισμα καρδιάς. Έτσι θα ξεκινά η ιστορία της πτώσης μου.

***

Ρίγος στα άκρα, απ’ το κρύο ή την καφεΐνη στο αίμα. Τζογάρω επικίνδυνα, κρατώντας τα καλύτερα πιόνια για το τέλος. Δεν είχα ιδέα πόσο δρόμο έπρεπε να διανύσω για να βρεθώ στο πουθενά. Άργησα ν’ αγαπήσω τον εαυτό μου. Δεν ήμουν φαίνεται έτοιμος για μια τέτοια κατάκτηση. Το απόγευμα, διερχόμενο όχημα∙ φορτηγό που τρυπώνει στ’ αφτιά. Κάτι απτό και κακόκεφο, σαν τρύπες που ανοίγουν δάχτυλα στο χώμα.

[φωτογραφία: Francesca Woodman, 1980]